Λήμαν Μπράδερς: Άνοδος και Πτώση μιας τραπεζικής αυτοκρατορίας με θεμέλια εμπιστοσύνης. Ένα όνομα, μια ιστορία.

 

Λήμαν Μπράδερς: Άνοδος και Πτώση μιας τραπεζικής αυτοκρατορίας με θεμέλια εμπιστοσύνης. Ένα όνομα, μια ιστορία.

Μια κριτική της θεατρολόγου Ελένης Αναγνωστοπούλου





Ποτέ άλλοτε, η θεωρία των οικονομικών και διατραπεζικών θεμάτων δεν ήταν τόσο ενδιαφέρουσα προσφιλής στο φιλοθεάμων κοινό και δή στο θεατρικό κοινό. Αυτή η διαπίστωση δεν αποτελεί λεκτική υπερβολή αφού ο 21ος αιώνας μας βρίσκει σε περίοδο όπου τα μνημόνια κυριαρχούν και η λιτότητα βασιλεύει. Όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως. Έτσι, με αφορμή την κατάρρευση και πτώχευση της Λήμαν Μπράδερς στις 12/9/2008, η εν λόγω τράπεζα μένει στην ιστορία ως το όροσημο της σύγχρονης οικονομικής κρίσης. Τα υπόλοιπα, λίγο πολύ, τα γνωρίζουμε. Το πώς φτάνουμε στο Σήμερα όμως έχει κι ένα παρελθόν. Και σ'αυτό το παρελθόν εστιάζουν το διερευνητικό βλέμμα τους οι συντελεστές. Διότι μέσα από την κεντρική ιστορία, μαθαίνει κανείς ότι ξετυλίγονται ένα σωρό άλλες, άλλοτε μικρότερες κι άλλοτε μεγαλύτερες ιστορίες που εξυφαίνουν, αποκαλύπτουν και φωτίζουν κομμάτια- συνδετικούς κρίκους που αφορούν την ανθρώπινη υπόσταση με τα πάθη και τις αδυναμίες της καθώς και όλα τα τεκταινόμενα που επηρεάζουν βαθύτατα το κοινωνικό γίγνεσθαι.





Μία και μόνο τράπεζα αρκούσε να “ θυσιαστεί” προκειμένου να μην πάρει ντόμινο στην κατρακύλα, άλλες τράπεζες ενδεχομένως δυνατότερες από εκείνη. Ίσως όμως καμία από αυτές να μην είχε σταθερές βάσεις όπως η Λήμαν.



Τρία αδέρφια καταφτάνουν στην Αμερική, το έτος 1844. Μην έχοντας τίποτα. Οικονομικοί μετανάστες από τη Γερμανία, ψάχνουν μια καλύτερη τύχη στην Αμερική, τη χώρα των ευκαιριών. Στα μισά του 19ου αιώνα, αποφασίζουν να ξεκινήσουν από το μηδέν με σκληρή δουλειά. Ξεκινούν ως μεταπωλητές βαμβακιού και συνεχίζουν ως πωλητές υφασμάτων. Η καριέρα τους ως μεσάζοντες φτάνει σε υψηλά επίπεδα καθ'ότι εκείνα τα χρόνια πρωτοεμφανιζόταν η έννοια διαμεσολάβηση σε εργασιακούς τομείς. Σιγά- σιγά, καταφέρνουν να τεθούν οι βάσεις για την οικοδόμηση γερών θεμελίων γύρω από την έννοια εμπιστοσύνη. Ναι, καλά ακούσατε. Η Λήμαν προσφέρει εμπιστοσύνη. Κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: πουλάει εμπιστοσύνη και εισπράττει εμπιστοσύνη. Κι έτσι, καταφέρνει να έχει όλο τον κόσμο στα πόδια της. Παραγωγοί και έμποροι οφείλουν ένα μεγάλο κομμάτι της ύπαρξής τους στη Λήμαν Μπράδερς. Ένας οικονομικός κολοσσός γεννιέται.



Η χρηματοπιστωτική τράπεζα επενδύσεων εξερευνά τα άδυτα μονοπάτια του χρηματιστηρίου της Γουόλ Στρητ.


Στα μέσα του 20ου αιώνα, κι ενώ η Λήμαν Μπράδερς έχει επιτύχει να εξασφαλίσει την εδραίωσή της στον κλάδο των οικονομικών, “χτυπάει” συναγερμό” το πρώτο κραχ που άλλαξε άρδην τον ρου της οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας. Το ημερολόγιο δείχνει 24 Οκτωβρίου 1929. Η επέτειος της Μαύρης Πέμπτης της Γουόλ Στρητ έχει ήδη ξεκινήσει. Άνθρωποι σε πανικό, άνθρωποι σε οδυρμό, άνθρωποι σε ταραχή. Μέσα στο σούσουρο μαθαίνεται πως η παγκόσμια οικονομική ύφεση είναι πλέον γεγονός. Επρόκειτο να στιγματιστούν ζωές και να διαμορφωθεί εντελώς διαφορετικά το βιωτικό πλαίσιο της καθημερινότητας. Πολλοί τραπεζίτες αυτοκτονούν ενώ χρηματιστές συνεδριάζουν, προσπαθώντας να βρουν λύσεις στο πρόβλημα. Μετοχές και χρεόγραφα τίθενται προς πώληση, γεγονός που υπογραμμίζει την ασταθή βάση του Χρηματιστηρίου. Ό,τι ανεβαίνει, κατεβαίνει. Μια φούσκα, ξεφούσκωσε και παρέσυρε τον κόσμο από το ένα άκρο στο άλλο. Από τα πλούτη στην ένδεια.


Τι είναι αυτό που τόσο γοητεύει το θεατή στο άκουσμα οικονομικών θεμάτων;


Οι απαντήσεις είναι πολλές, τα επιχειρήματα ακόμα περισσότερα. Ξεκινώντας, όπως ανέφερα και παραπάνω, η Λήμαν Μπράδερς αποτελεί κομμάτι της νεότερης οικονομικής ιστορίας καθώς φτάνει μέχρι τα καθ'ημάς. Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι δύο στοιχεία γοητεύουν το θεατή σε αυτή την παράσταση. Τα σκηνικά και η μουσική.


Όσον αφορά τα σκηνικά, είναι πολυεργαλεία. Άλλοτε παίρνουν τη μορφή βαμβακοφυτείας, άλλοτε λειτουργούν ως θεόρατοι ουρανοξύστες, που εντυπωσιάζουν με το ύψος τους. Η Ευαγγελία Θεριανού έδωσε έμφαση στο σκηνικό, θέλοντας να δώσει ψευδαισθητική προοπτική των τοπίων. Στην κεντρική οθόνη της σκηνής βλέπουμε τους ουρανοξύστες και στη μέση να δεσπόζει το επιβλητικό Empire State Building, στην πόλη του Μανχάταν σε ύφος Αρτ Ντεκό. Η γεωμετρία συνυπάρχει με τη διακόσμηση, προσδίδοντας μια νέα έκφραση στην Αρχιτεκτονική.


Ο Θοδωρής Οικονόμου παίζει στο πιάνο νότες ράγκταϊμ και μας ταξιδεύει πίσω στο χρόνο. Η εύθυμη μουσική μας τοποθετεί στη στροφή του αιώνα και συγκεκριμένα στα πρώτα χρόνια που ο 20ος αιώνας δίνει το εναρκτήριο λάκτισμά του. Το Ragtime (1899-1917) αποτέλεσε το πρώτο στυλ τζαζ, χορευτικής ή οργανικής μουσικής κυρίως για σόλο πιάνο και λιγότερο για ορχήστρα. Αναπτύχθηκε ιδιαίτερα την περίοδο 1900-1915. Ο πιο διάσημος μουσικός και θεμελιωτής του ragtime θεωρείται ο Scott Joplin (24 Νοεμβρίου 1868- 1 Απριλίου 1917). Με χαρούμενες και θλιμμένες πινελιές, μας εισάγει στον κόσμο που μεταβαίνει από τη χαρά σε μια κατάσταση περισσότερο μελαγχολική ένεκα των δυσκολιών που επεφύλασσε η ζωή.


Τα κοστούμια της Κλαιρ Μπρέισγουελ φέρουν τον αέρα κομψότητας που συνάδει με την έννοια του καλοντυμένου και καθώς πρέπει- καλοστεκούμενου ανθρώπου.


Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος σκηνοθετεί την τριλογία των Λήμαν Μπράδερς, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του την κινηματογραφική αποτύπωση επί σκηνής. Στοίχημα το οποίο επετεύχθη. Αριστοτεχνικά, θέτει τους ηθοποιούς να αλληλοσυμπληρώνονται μεταξύ τους, εστιάζοντας στο άμεσο παίξιμο και όχι σε μια καθαυτό θεατρική ερμηνεία των εκάστοτε ρόλων. Οι ρόλοι παύουν να είναι ρόλοι. Γίνονται χαρακτήρες που μεταβάλλονται και μετουσιώνονται, ξεφεύγοντας από τις τυπικές επιταγές του κειμένου. Θα ήταν σημαντική παράλειψη αν δεν ανέφερα πως το κείμενο του Στέφανο Μασίνι αποτέλεσε τη βάση, το εφαλτήριο για τον κύριο Θεοδωρόπουλο να αναπτύξει σε εικόνες μια τριλογία ένδοξη, γεμάτη αίγλη. Όπως οι ομώνυμοι ήρωές της, θα ήθελαν να τη θυμόμαστε και να τη μνημονεύουμε. Ένα κείμενο γεμάτο απλότητα, που εξηγεί και φωτίζει πτυχές άγνωστες που άπτονται του τραπεζικού σύμπαντος. Μας καλωσορίζει στην οικονομική θεωρία με στοχευμένη φροντίδα. Στην τριλογία των Λήμαν Μπράδερς εισέρχεσαι ως υποψιασμένος θεατής και φεύγεις σαν θεατής γεμάτος γνώσεις και εμπειρίες. Η παράσταση είναι μια εμπειρία μυαλού, ταξίδι στο ρεαλισμό με πραγματιστικά στοιχεία και στιγμές γοητείας.





Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη ολοκληρώνουν το σκηνικό παζλ. Με υποβλητικούς τόνους, δίδεται η αίσθηση της “σκηνικής πλάνης” καθώς πρόκειται για πραγματικά γεγονότα που ντύνονται με φαντασιακά/ ψευδαισθητικά στοιχεία . Ένα ζωντανό όνειρο που κινείται μεταξύ του άχρονου παρόντος με flashback στο παρελθόν μας καλεί να το βιώσουμε και να διατυπώσουμε, ο καθείς τη δική του άποψη.


Οι ηθοποιοί: Μάκης Παπαδημητρίου, Αργύρης Ξάφης και Μιχάλης Οικονόμου, έδωσαν συλλήβδην τον καλύτερο τους εαυτό ερμηνευτικά επί σκηνής. Ατάκα στην ατάκα, ο λόγος τους είχε ροή και υπόσταση. Άμεσοι και παραστατικοί, κατόρθωσαν να τραβήξουν την προσοχή και να συντηρήσουν αμείωτα το ενδιαφέρον του κοινού. Στην καλλιτεχνική φαρέτρα τους διαθέτουν: καθαρή άρθρωση, σωστό στήσιμο σώματος επάνω στη σκηνή, έκφραση και τόλμη να εξερευνούν ρόλους με δυναμική. Στοιχεία που κάθε ηθοποιός θα ζήλευε. Εντούτοις, αξίζουν όλο το χειροκρότημα και το θαυμασμό μας, τόσο για τον επαγγελματισμό όσο και για τις ικανότητές τους.



Η ταυτότητα της παράστασης


Η τριλογία των Λήμαν Μπράδερς


Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος

Συγγραφέας: Στέφανο Μασίνι

Ερμηνεύουν: Μάκης Παπαδημητρίου, Αργύρης Ξάφης, Μιχάλης Οικονόμου

Σκηνικά: Ευαγγελία Θεριανού

Κοστούμια: Κλαιρ Μπρέισγουελ

Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου

Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης



στο Θέατρο Ιλίσια

Σχόλια